Μιλήσαμε με τον Ένκε Φεζολλάρι σκηνοθέτη ο οποίος γεννήθηκε στην Αλβανία και ήρθε στην Ελλάδα το 1993 όπου και κυνήγησε αρκετά το όνειρο του ιδιαίτερα στο χώρο του θεάτρου έχοντας σκηνοθετήσει μέχρι σήμερα αρκετές σημαντικές παραστάσεις με γνωστά ονόματα από το καλλιτεχνικό χώρο. Μάλιστα έγινε περισσότερο γνωστός μέσα από τη συνεργασία του με την ηθοποιό Αλεξάνδρα Παλαιολόγου στο έργο της Λίλης Ζωγράφου ” Επάγγελμα Πόρνη ” . Ο ίδιος λοιπόν μας μίλησε για πολλά πράγματα όπως για το ρατσισμό που είχε δεχθεί όταν ήρθε πρώτη φορά στην Ελλάδα δίνοντας μας και διάφορα παραδείγματα απ’ ότι αντιμετώπισε , αν δέχτηκε ρατσισμό στα επαγγελματικά του , για αρκετά στοιχεία που πήρε από την Ελλάδα και τον βοήθησαν στο χώρο του θεάτρου, γιατί δεν θέλει τόσο να ασχοληθεί με το χώρο της τηλεόρασης ως σκηνοθέτης ή ηθοποιός , για το πόσο αγαπάει αυτό που κάνει αλλά μας αποκαλύπτει και αρκετές λεπτομέρειες όσον αφορά τη θεατρική παράσταση ” Λαίδη Μάκβεθ ” που είναι να κάνει πρεμιέρα στις 16 Δεκεμβρίου . Τέλος μας αποκαλύπτει και τα πιο άμεσα επαγγελματικά του σχέδια …
1 ) ‘Ηρθες στην Ελλάδα το 1993 σε ηλικία 12 ετών . Ένιωσες καθόλου σημάδια ρατσισμού ? Αντιμετώπισες ποτέ κάποιο σχετικό πρόβλημα ?
Η προσαρμογή ήταν πολύ δύσκολη σκέψου να είσαι Αλβανός την δεκαετία του 90 στην Ελλάδα , τα ΜΜΕ τότε κάνανε μια μεγάλη προπαγάνδα κατά των Αλβανών , ήταν τρομερή περίοδος μιας και πολλές ληστείες και πολλά εγκλήματα γινόντουσαν και κυρίως ήταν ξένοι εκείνοι που διέπρατταν όλο αυτό και είχε αποτέλεσμα στη κοινωνία η ρετσινιά του Αλβανού να περνά ως βρισιά , από την άλλη η κοινωνία δεν είχε δεχτεί ως τότε μαζικά ρεύματα μεταναστών , ήταν κάτι πρωτόγνωρο ένα σοκ για τους ανθρώπους. Σαφώς στο Γυμνάσιο και λίγο στην έκτη δημοτικού δέχτηκα Bullying αλλά τότε η ελληνική κοινωνία δεχόταν για πρώτη φορά ξένους , δεν υπήρχε αυτή η εξοικείωση , μια χώρα που μέχρι το 70 έστελνε μετανάστες δεν ήταν έτοιμη να δεχτεί τόσο κύμα και σήμερα ξαναφεύγουν γενιές στο εξωτερικό. Μη ξεχνάμε ότι τα παιδιά είναι πολύ σκληρά. Θα σας διηγηθώ ένα περιστατικό : Είχα ένα φίλο στην πρώτη γυμνασίου θα έλεγα ο κολλητός μου ανταλλάζαμε γνώσεις , κασέτες , βιβλία . Μια μέρα με καλεί στο σπίτι να φάω και να γνωρίσω την οικογένεια του. Φτάνω , μπαίνω στο δωμάτιο του και βάζουμε το τραγούδι τα ”κορμιά και τα μαχαίρια ” της Αρβανιτάκη γιατί τότε ήμασταν φαν και ξαφνικά ανοίγει η πόρτα και μπαίνει ο μπαμπάς του φίλου μου . Τον καλεί στη κουζίνα και εγώ ακούω από τη μεσοτοιχία : ” Μη ξαναφέρεις τον Αλβανό σπίτι και ούτε παρέα ” , τότε η μητέρα του μας καλεί στο τραπέζι για να φάμε , φυσικά δεν κατέβηκε μπουκιά , έκτοτε ο Μιχάλης απομακρύνθηκε από τη ζωή μου . Ήθελα να σας πω ότι δεν ήταν μόνο θέμα χώρας , χιλιάδες και πιο σκληρές εμπειρίες μπορεί να υπάρχουν , όμως η διαφορά είναι ότι για μένα αυτός είναι ο πλούτος μου , το είναι μου , τα υλικά που αντλώ για να κάνω τέχνη , αυτές οι εικόνες και καταστάσεις με ορίζουν. Αυτά είναι ρόδινα για μένα διότι είναι το είναι μου , η γλώσσα μου , κυλούν στις φλέβες αυτές οι αναμνήσεις … και οι εμπειρίες …Όταν βγήκα μετέπειτα στο επάγγελμα δεν αισθάνθηκα ρατσισμό ίσα ίσα που στην αρχή ήταν της μόδας , όπου υπήρχε ρόλος Αλβανού σε σειρές ή ταινίες με καλούσαν μόλις με έβλεπαν ” Εσύ δεν είσαι Αλβανός ” έλεγαν . Δεν στάθηκα καθόλου στα κλισέ αυτά. Αυτό έγινε κάπου στο 2007-2008. Επί της ουσίας ρατσιστικό κρούσμα δεν δέχτηκα ποτέ στη δουλειά μου και κυρίως στον εαυτό μου. Σίγουρα ως σκηνοθέτης και ως ηθοποιός αντιμετωπίστηκα πολύ καλύτερα από το αν ήμουν ελαιοχρωματιστής ή οικοδόμος. Όσον αφορά στις ρατσιστικές επιθέσεις δεν αισθάνθηκα ρατσισμό. Σίγουρα το επάγγελμα μας είναι ταξικό και σεξιστικό , σαφώς ότι στο πίσω μέρος κάποιων ανθρώπων θα παραμένω ως ο Αλβανός και φυσικά υπήρχαν περιπτώσεις ανθρώπων που παίρνοντας με σε δουλειές διαλαλούσαν ” Με σκηνοθετεί ο Αλβανός Ένκε ” , λες και εγώ ρωτάω τον καθένα από που κατάγεται και όντας 26 χρόνια στην Ελλάδα και πια Έλληνας νιώθω και με βαθιά συγκίνηση αυτό που ένιωθα και πριν αποκτήσω την Ελληνικότητα μου σε χαρτί . Η Ελλάδα είναι αξίες ,πνεύμα , Ευαγγέλιο , τα μάρμαρα , άνθρωποι : Οι άνθρωποι που αγωνίζονται για αξιοπρέπεια , οι καθαρίστριες , τα παιδιά που μοιράζουν φυλλάδια , οι δάσκαλοι , οι γιατροί , οι άνθρωποι στα ακριτικά μέρη της Ελλάδας, αυτοί που θυσιάζονται για μια αλλιώτικη Ελλάδα, αυτοί που ανοίγουν ακόμα τα σπίτια τους και αυτοί που σου χαμογελούν.
2 ) Σε έχει βοηθήσει η Ελλάδα στο να αποκομίσεις αρκετά στοιχεία που σου χρησίμευαν στο θέατρο , είτε κάπου αλλού ?
Μέσα σε αυτά τα 26 χρόνια πια και δουλεύοντας σκληρά πολλών λογιών δουλειές , σχέσεις , φιλίες , έρωτες , το θέατρο , οι περιοδείες με τις παραστάσεις μου σε όλη την επαρχία , αυτή η αγάπη του κόσμου , οι σπουδές μου , σίγουρα η ζωή δεν τόσο σκληρή αν και τα χρόνια της κρίσης μας γονάτισαν , όπως ανέφερα και παραπάνω είναι η φαρέτρα μου , το υλικό που αντλώ για την τέχνη μου , η παράδοση και η κουλτούρα της χώρας είναι συνυφασμένη με την δουλειά μου , υπάρχουν στιγμές που λυγίζω , θα ήθελα μια καλύτερη αξιοκρατία στα πράγματα αλλά αυτό είναι ένα disavantage που το συναντά κανείς σε όλους τους τομείς του Κράτους .
3 ) Στο χώρο της υποκριτικής έχεις ασχοληθεί περισσότερο με το θέατρο , ως σκηνοθέτης και κάνοντας σεμινάρια και μαθήματα . Στο χώρο της τηλεόρασης και του κινηματογράφου πολύ λίγο . Δεν σου αρέσει ο χώρος της τηλεόρασης ?
Το θέατρο είναι η αγάπη μου η μεγάλη , είναι στρατός , απαιτεί πειθαρχία , τρέλα , φαντασία και σου προσφέρει μια απεριόριστη Ελευθερία ,μακάρι να είχα την δυνατότητα να ασχοληθώ με το σινεμά είτε ως ηθοποιός είτε ως σκηνοθέτης , δυστυχώς πάσχει ο Κινηματογράφος όχι μόνο από παραγωγές καλαίσθητες αλλά από σενάρια και δημιουργούς , πάσχει από μεγάλα ζητήματα , γίνονται μικρά , όλα είναι ο ολίγον αχταρμάς . Όταν ξεκίνησα ως ηθοποιός ήθελα πολύ την τηλεόραση αλλά μάλλον δεν πολύ έκανα για αυτό , σε όλα τα casting απέτυχα παταγωδώς , με έβρισκαν πολύ θεατρικό … τότε υπήρχαν σκηνοθέτες και σενάρια όμως με τα χρόνια αυτός ο χώρος εκφυλίστηκε , δεν πήραν υπόψη τις ανάγκες της κοινωνίας ,δεν αφουγκράζονται τον κοινωνικό παλμό. Αν ερχόταν μια πρόταση δεν θα έλεγα όχι αν ήταν είναι κοινωνικό δράμα εποχής ή μια Βαλκάνια κωμωδία.
4 ) Βλέπεις τηλεόραση ? Πως σχολιάζεις το επίπεδο της τηλεόρασης ειδικά σήμερα ? Πιστεύεις ότι είναι ένα μέσο για να γίνει κάποιος πιο γνωστός στο ευρύτερο κοινό ?
Δυστυχώς δεν προλαβαίνω , παρακολουθώ κάποιες εκπομπές αξιόλογες στην ΕΡΤ , αλλά ακόμα και αυτή η άνθιση που υπάρχει στις σειρές με κάνει να νομίζω ότι ζω στο 2004 , δεν αφουγκράζονται τα μεγάλα ζητήματα , η μυθοπλασία είναι γεμάτη κλισέ και κενότητες . Σαφώς η τηλεόραση είναι το μέσο για να γίνεις γνωστός αλλά και μετά τι ? Αυτό το μετά είναι που μετρά , πρόσκαιροι σταρ , λούμπεν προσωπικότητες , αμόρφωτοι τις περισσότερες φορές … είναι ένα μέσο που σίγουρα το έχουμε ανάγκη για να προβάλλουμε τη δουλειά μας αλλά μέχρι εκεί. Θα ήθελα περισσότερες εκπομπές σοβαρές και λιγότερα χαζοχαρούμενα σίριαλ και σίγουρα μια πιο αντικειμενική ενημέρωση στο πολιτικό κομμάτι.
5 ) Συνεργαζόσουν με την Αλεξάνδρα Παλαιολόγου στο έργο της Λίλης Ζωγράφου ” Επάγγελμα Πόρνη ” 4,5 χρόνια . Έχετε πολύ καλές σχέσεις απ’ ότι φαίνεται . Είστε χρόνια φίλοι ? Γνωριζόσασταν από πριν ?
Η Αλεξάνδρα πια είναι φίλη μου ,είναι ένας άνθρωπος σπουδαίος , με γοητεύει διαρκώς και με εκπλήσσει , είναι συνεργάτης μετά από τόσα χρόνια , είναι στήριγμα … οικογένεια , έχουμε φάει ψωμί και αλάτι που λένε , δεν γνωριζόμασταν από πριν , μια κοινή μας φίλη μας έκανε το προξενιό , μας είπε ότι πρέπει να συνεργαστούμε και τότε όλα κύλησαν μαγικά με δυσκολίες χαρές , δάκρυα και ευτυχισμένες στιγμές τόσο στο σανίδι όσο και στις ζωές μας … είναι αυτές οι συνεργασίες που μετουσιώνονται σε πραγματικές φιλίες , σε σχέσεις που βασίζονται στον σεβασμό , στη κατανόηση και στην αγάπη ,ανιδιοτέλεια.
6 ) Η σκηνοθεσία ήταν ένα παιδικό σου όνειρο ή σου προέκυψε στη πορεία ?
Η μαμά μου είχε διακρίνει τις καλλιτεχνικές μου τάσεις και με έγραψε στο μπαλέτο , κάπου εκεί παράλληλα είδα και την πρώτη παράσταση στο Εθνικό , ” Τον μύθο του Νεκρού αδερφού ” , αυτό ήταν μαγικό , ήθελα να ανέβω στη σκηνή , ταράχτηκα , μετά με θυμάμαι στο Πόγραδετς πολύ πριν στην ηλικία των 5 στο σπίτι της γειτόνισσας έβλεπαν γιουγκοσλαβική τηλεόραση κρυφά την ” Δυναστεία ” ε και λέω στη γιαγιά, θέλω να παίξω , να γίνω ηθοποιός. Αφορμή μετέπειτα ήταν όταν μεγάλωνα , ήταν η έξοδος κινδύνου , ήθελα να γίνω ηθοποιός , σκηνοθέτης , το θέατρο είναι ένας μαγικός κόσμος , ναι , γιατρεύει τις πληγές , οι πληγές μου ήταν η αφορμή , η ζωή μου. Θα σας πω ένα περιστατικό ότι ο άνθρωπος που με ώθησε στη σκηνοθεσία ήταν η Ρούλα Πατεράκη. Όταν έπαιζα στη παράσταση Πουέρτο Γκράντε του Μάνου Λαμπράκη εκείνη με είχε ορίσει supervisor της ομάδας. Είχε διακρίνει μέσα μου ηγετικές ικανότητες και τις οραματικές μου βλέψεις. Κατά κάποιο τρόπο με ώθησε στη σκηνοθεσία και στη σχολή η συγγραφέας Σοφία Νικολαίδου , που ήταν από τις πρώτες που μου είχε πει στο μάθημα της λογοτεχνίας και περφόρμανς πως έχω μια έφεση. Πέραν τούτου , αυτό που με ιντριγκάρει ως σκηνοθέτης είναι ότι μπορείς να μιλήσεις για πολύ μεγάλα πράγματα. Έχεις μια ολική ευθύνη , ενορχηστρώσεις κατά κάποιο τρόπο ένα ολόκληρο σύμπαν , δεν είσαι μόνο ένα εκτελεστικό όργανο , ούτε ένα άδειο δοχείο που γεμίζει κάθε φορά με έργα. Οφείλεις να αφουγκραστείς , να δημιουργήσεις και φτιάχνεις κόσμους ονειρικούς και πλασματικούς για τους πραγματικούς. Το να μιλήσεις με τη σκηνοθεσία σου στον πραγματικό κόσμο μέσα από το σύμπαν του συγγραφέα και τον προσωπικό κόσμο του σκηνοθέτη , των ηθοποιών , των συνεργατών. Από τη μία η ευθύνη και από την άλλη το χάος, αυτά τα στοιχεία είναι που με εξιτάρουν περισσότερο ως προς την ιδιότητα του σκηνοθέτη. Εδώ πρέπει να σας πω ότι από τη στιγμή που άρχισα να σκηνοθετώ σταμάτησαν να μου κάνουν προτάσεις ως ηθοποιός , οπότε αν θέλετε το ένα έφερε το άλλο. Ήταν μια ανάγκη που προέκυψε στο διάβα του χρόνου. Όμως την υποκριτική και τη λειτουργία του ηθοποιού δεν θέλω να την εγκαταλείψω γιατί αυτό με κάνει καλύτερο σκηνοθέτη.
7 ) Αυτή τη περίοδο ετοιμάζεις τη θεατρική παράσταση ” Λαίδη Μάκβεθ ΄” . Μίλησε μας λίγο σχετικά με τη παράσταση…
Το έργο τοποθετείται στη Ρωσία του 19ου αιώνα , σε μια εποχή που οι γυναίκες ήταν αδύναμες και καταπιεσμένες από την κοινωνία. Ο κύριος χαρακτήρας , η Κατερίνα Ισμαήλοβα είναι μια γυναίκα που υφίσταται την πατριαρχική εξουσία , έγκλειστη σε ένα επαρχιακό περιβάλλον , παντρεμένη με έναν πλούσιο άντρα μεγαλύτερο της. Είναι νέα, όμορφη , αλλά καταδικασμένη να ζήσει μια μονότονη και άχαρη ζωή όπως οι περισσότερες γυναίκες εκείνης της εποχής στη ρωσική επαρχία , ανάμεσα σε άξεστους και αδιάφορους για αυτές άνδρες. Σε αυτό το είδος ανήκει και ο σύζυγος της . Ωστόσο η μοίρα της Ισμαήλοβα αλλάζει όταν συναντά τον νέο , όμορφο αγρότη της περιουσίας τους, Σεργκέι, που τη διδάσκει τι είναι να νιώθεις ” ζωντανός ” και να κάνεις αυτό που ποθείς. Ο Σεργκέι θα κάνει τα πάντα να ανέλθει κοινωνικά , και εμπνέει τόσο τυφλό πάθος στην Κάτια Ισμαήλοβα που οι δυο τους θα οδηγηθούν στο έγκλημα . ” Η Λαίδη Μάκβεθ ” του Μτσενσκ δεν είναι μόνο η ιστορία μιας γυναίκας που συνάπτει σχέση με τον εργάτη Σεργκέι και οδηγείται σε φόνους προκειμένου να ζήσει ελεύθερη , αλλά είναι η καταπίεση της ταξικής πάλης , η σαθρότητα των ρόλων στην πατριαρχική κοινωνία , είναι η επανάσταση που πνίγεται στο αίμα, είναι το τυφλό μίσος που καταλαμβάνει τους πεινασμένους ανθρώπους όταν στερούνται την αγάπη και την κατανόηση , είναι η ιστορία μιας γυναίκας που αναζητά την ταυτότητα της , που θυσιάζεται , που αγωνίζεται για να βρει την προσωπική της ευτυχία , είναι η οδύσσεια του ανθρώπου προς την καταστροφή όταν του έχουν στερήσει την ατομική του ακέραιη υπόσταση, που μόνο μέσα από τον έρωτα καθίσταται ολοκληρωμένος και που θα συντριβεί στο τέλος , χαμένη μόνη σε μια κοιλάδα δακρύων.
8 ) Μετά την παράσταση που ετοιμάζεις τώρα , ποια είναι τα μελλοντικά σου σχέδια ?
” Θείος Βάνιας ” του Τσέχωφ στο ΔΗΠΕΘΕ Σερρών με την Καλλιόπη Ευαγγελίδη και άλλους ηθοποιούς. Τον Μάρτη του 2020 , και τον Φλεβάρη στο Θέατρο Σταθμός με την Αμαλία Αρσένη ετοιμάζουμε το βραβευμένο βιβλίο της Ornela Vorpsi ” Η χώρα που ποτέ δεν πεθαίνεις” μεταφρασμένο σε πολλές γλώσσες της εικαστικού – συγγραφέα που ζει στο Παρίσι , σκάβει τις προσωπικές της ιστορίες την εποχή της δικτατορίας του Χότζα στην Αλβανία , ένα μανιφέστο ενάντια στην πατριαρχική δομή της Αλβανίας, στον ερωτισμό , στην καταπίεση ενός λαού , διηγείται σκληρές και ενίοτε με πολύ χιούμορ τη ζωή στην Αλβανία, το βιβλίο μιλά για την περίοδο του 70 έως την μετανάστευση και την διάλυση των χωρών του Ανατολικού μπλοκ , πρόκειται για την οδύσσεια της ίδιας γεμάτη συγκίνηση , πόνο , βία και εντέλει την λύτρωση της όταν εγκαταλείπει την χώρα.